12 Αυγούστου 2016

ΠΑΡΑΚΑΣ (παραθαλάσσια περιοχή στη Χλώρακα)

Ο Πάρακας είναι ένας θεόρατος βράχος και απότομος κρημνός που εφάπτεται της θάλασσας και έχει τεράστιο ύψος, ενώ τα νερά που είναι πεντακάθαρα και φιλούν τους βράχους, έχουν μεγάλο βάθος. Εδω στέκονταν οι ψαράδες και όταν έβλεπαν "αλάγια" ψαριών, έριχναν δυναμίτη και τα σκότωναν. 
Ακόμα κάποιοι χωριανοί που δεν ζουν πλέον, έλεγαν πως την ονοματολογία του την οφείλει σε ένα Βένετο πρίγγιπα που έζησε στην περιοχή πρίν πολλούς αιώνες. Λένε ακόμη, πως από εκείνο τον κρεμμό, αν κάποιος σταθεί και κάνει μια ευχή αγάπης, αυτή θα πραγματοποιηθεί. Για του λόγου το ασφαλές και περί της αληθείας για την πραγμάτωση της ευχής, υπάρχει η παρακάτω διήγηση που παραστατικά ένα παραμύθι διηγείται:

Μια φορά έναν καιρό στα μέρη της Χλώρακας κοντά στη θάλασσα δίπλα από ένα ψηλό γκρεμμό, ζούσε μια βοσκοπούλα πολύ έμμορφη, που ρηγόπουλα και αρχοντόπουλα ζητούσαν να την παντρευτούν. Μα αυτή μοναχοκόρη και πλουσιοκόρη,δεν ήθελε κανέναν, παρά μόνο παρακαλούσε τη θάλασσα της Χλώρακας να της φέρει έναν ιππότη καθώς από μικρή αυτό είχε για όνειρο.
Στεκόταν στον ψηλό γκρεμμο, και με τα ξέπλεκα μαλλιά της να ανεμίζουν και να αγγίζουν έως τη γης, κάθε δείλη αγνάντευε το όμορφο ηλιοβασίλεμα με μια ελπίδα πάντα στην καρδιά, να ανεφάνει το πλοίο που από τα βάθη των οριζόντων θα έφερνε τον καλό της.
Ένα καλό απόγευμα, όταν ο ήλιος έγερνε μέσα στα γαλανά νερά και όμορφα τα χρύσιζε, μέσα από το θαυμαστό θέαμα του ηλιοβασιλέματος, φάνηκε ένα καράβι να αρμενίζει που στην πλώρη του έστεκε ένας όμορφος νέος ντυμένος με την σιδερένια του πανοπλία. Ήταν ο Πάρακας, ένα πριγγιπόπολυλο από τη μακρινή Βενετία που αρμάτωσε το πλοίο του και πήγαινε στους Αγίους τόπους να πολεμήσει, αλλά καθώς είχε ακούσει για την όμορφη χωριατοπούλα, περ5ασε από τα μέρη της Χλώρακας για να την εγνωρίσει.
Από μακριά μόλις αντικρουστήκαν αγαπήθηκαν παράφορα και από κοντά μόλις ανταμωθήκαν, αρραβωνιαστήκαν. Όμως το βασιλόπουλο έπρεπε να φύγει να πολεμήσει, αλλά της έταξε στο χρόνο να γυρίσει και να την κάμει βασίλισσα του.
Σαν όμως πέρασε λίγος καιρός, ώ τι κακό, ένα δηλητηριώδες φίδι δάγκωσε και φαρμάκωσε την όμορφη κόρη. Σκλήρυνε και κιτρίνισε το δέρμα της, και η ομορφιά της χάθηκε. Αλλά επειδή αγαπούσε πολύ το βασιλόπουλο της, τον αποδέσμευσε από τον όρκο που της είχε δώσει.
Το βασιλόπουλο όμως που την αγαπούσε πολύ, γύρισε κοντά της και με αγάπη της είπε πως ακόμα θέλει να την παντρευτεί.
Και ώ, τι θαύμα. Μονομιάς η δύναμη της αγάπης κυριάρχησε και κατέκλυσε το είναι της μικρής κοπέλας. Ένιωσε το δηλητήριο στο σώμα της να κυλά και να φεύγει. Αισθάνθηκε καλύτερα, και κατάλαβε πως με την τόση αγάπη τους θα έβρισκε τη δύναμη να γιατρευτεί.
Πραγματικά με τον καιρό η κοπελίτσα γιατρεύτηκε και έγινε σαν πρώτα. Παντρεύτηκε τον πρίγκιπα της, και κάθε που έγερνε το δείλη, πήγαιναν στον μεγάλο βράχο, και αγκαλιασμένοι και παντοτινά αγαπημένοι, παρακολουθούσαν τον ήλιο που έγερνε να δύσει, και τον ευχαριστούσαν που τους έφερε και μαζί τους έσμιξε.
Όταν τα χρόνια πέρασαν, η ιστορία έμεινε σαν παραμύθι για τα μικρά παιδιά. Και όταν τα παιδιά μεγάλωναν και ερωτεύονταν, πήγαιναν στον ψηλό γκρεμό του Πάρακα, έτσι ονόμασαν τον ψηλό γκρεμμό, και αγναντεύοντας το ηλιοβασίλεμα, έκαναν μια ευχή αγάπης.
Και όσοι νιοί από τον βράχο του Πάρακα έκαναν μια ευχή αγάπης, η αγάπη αυτή διαρκούσε για πάντα.

ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΕΓΡΑΨΕ Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗΣ
Ολόκληρο το παραμύθι, θα το βρείτε στη διέυθυνση: http://istoriestischlorakas.blogspot.com.cy/2015/12/blog-post_63.html

ΚΟΤΣΙΑΣ (παραθαλάσσια περιοχή στη Χλώρακα)

 Η παραλία του Κοτσιά είναι ένας μεγάλος κόλπος με σκεπασμένη την παραλία με τόνους άμμου, τον οποίο ξεβράζει συνεχώς η θάλασσα. Έτσι πήρε και το όνομα, από την  παλιά λέξη "κοτσιώ" που σημαίνει σπέρνω, δηλαδή ήθελαν να πουν ότι η θάλασσα έσπερνε συνέχεια άμμο.
Οι παλιοί χωριανοί έλεγαν ότι άμα είχε πολλή τρικυμία και δεν έβγαζε άμμο, ήταν γιατί τα δυνατά ρεύματα παρέσερναν την άμμο στα βαθιά. Όταν αυτό συμβαίνει, και ταυτόχρονα οι τσιακκίλες που είναι απλωμένες κατά μυριάδες στην παραλία χτυπούν αναμεταξύ τους  από τα κύματα που τις ανακατώνουν, ακούεται ένας υποχθόνιος θόρυβος που φτάνει η βουή του πολύ δυνατή ως πάνω στο χωριό, αυτό είναι σημάδι για επερχόμενες καλοκαιρίες.

Επίσης στην παραλία του Κοτσιά βλαστούν τα κρίνα του γιαλού, ένα είδος άγριου λουλουδιού που κινδυνεύει για εξαφάνιση. Είναι προστατευόμενα γιατί για να βλαστήσει ένα φυτό χρειάζονται 5 χρόνια. Βλαστούν λίγα φυτά στη Χλώρακα, και ύστερα τα συναντάμε στον Ακάμα και στον Πύργο Τηλλυρίας.
Τα θαλασσινά κρίνα είναι τα σύμβολα  της Θεϊκής δημιουργίας και της επιθυμίας των ανθρώπων για την τελειότητα. Είναι λευκά μεγάλα λουλούδια που ξεφυτρώνουν ανθοβολώντας μέσα στη στεγνή έρημη γη, με ένα μοναδικό μεθυστικό άρωμα, κυρίως όταν βραδιάζει. 

Μια ιστορία λέει πώς, μια φορά ένας νέος ψαράς με τη βάρκα του που ξανοιγόταν τις νύχτες στα βαθιά για να ρίξει τα δίχτυα του, κατά τον Αύγουστο και Σεπτέμβρη μια χρονιά, όταν έπλεε δυτικά της Χλώρακας, μέσα στις σκοτεινές νύχτες έβλεπε να λαμπιρίζει ένα φως έξω στη στεριά στη μεριά του Κοτσιά, που τον μαγνήτιζε και τον καλούσε. Αρκετές φορές έσυρε τα κουπιά και βγήκε στη στεριά, αλλά κάθε φορά, το λαμπύρισμα έσβηνε.
Αποφάσισε λοιπόν μια φορά, να πάει από το δείλη να παραφυλάξει, να διαπιστώσει για το φως που ένιωθε πως του είχε κάνει μάγια.
Όταν έδυσε ο ήλιος και το σκοτάδι σκέπασε την πλάση, είδε μια όμορφη κοπελιά να ροβολά την παραλία με ένα φανάρι στο χέρι που με το βάδισμα της το φως κουνιόταν και έδειχνε από μακριά να λαμπιρίζει.
Ήταν μια χωριατοπούλα από πάνω στο χωριό, που ερχόταν τα βράδια να απολαύσει τις ευωδιές από τα κρίνα της θάλασσας καθώς όταν έπεφτε η νύχτα ανάδυαν μια περίσσια μυρωδιά, απόλαυση της όσφρησης και των ‘αλλων αισθήσεων.

Γνώρισε λοιπόν μ αυτό τον τρόπο την όμορφη κοπέλα, και ήτανε γραφτό τους τοιουτοτρόπως να αγαπηθούν και να παντρευτεί, και να μείνει ο τρόπος γνωριμίας τους σαν παραμύθι να λέγεται στα μικρά παιδιά.

ΠΗΛΟΣ (παραθαλάσσια περιοχή στη Χλώρακα)

Ο Πηλός είναι μια παραθαλάσσια περιοχή νοτιοδυτικά  της Χλώρακας. Φέρει την ονομασία αυτή, καθώς η λέξη πηλός, σημαίνει λάσπη. Τα χωράφια σ αυτή την περιοχή σμίγουν με τη θάλασσα. Όταν είναι βαρυχειμωνιά, τα χώματα των χωραφιών παρασέρνονται προς τη θάλασσα. Όταν έχει τρικυμία, η θάλασσα βγαίνει και τρώει την ακτή που είναι από χώμα. Και έτσι επειδή με την πρόσμιξη νερού και χώματος δημιουργούνται πολλές λάσπες (πηλοί), ονομάστηκε η περιοχή "Πηλός".
Τώρα την περιοχή έχει αγοράσει ο Λεπτός, και έχει σκάψει όλα τα χώματα εις βάθος και μέχρι την επιφάνεια της θάλασσας, κτίζοντας πολυτελείς επαύλεις που ξεκινούν ίσα με τη θάλασσα και ψηλώνουν ως τους γκρεμμούς που περιβάλλουν την ακτή. Έχει αποκόψει όλες τις διαβάσεις, και δεν μπορεί ανθρώπου πόδι να έχει πρόσβαση στη θάλασσα.
Εγώ κουβεντιάζοντας με ένα γέρο στο καφενείο του χωριού που πολλά ξέρει για το παρελθόν της περιοχής, διερωτηθήκαμε και οι δυο γιατί σκάβει όλη την παραλία που αποτελείται από μαλακό χώμα, αφού δεν την κτίζει ολόκληρη, και γιατί αχρείαστα δεν επιτρέπει στους ανθρώπους να έχουν πρόσβαση στο γιαλό;
Όμως κάποιος διαβάζοντας την πιο κάτω μικρή ιστορία, ίσως σκεφτεί πως σκάφτει όλη τη γη γνωρίζοντας για ένα κρυμμένο θησαυρό και θέλει να τον ανακαλύψει:

Πριν λίγες δεκαετίες, ένας γεωργός έβλεπε το γιο του που και βαριόταν να δουλεύει. Στενοχωριόταν πάρα πολύ, και κάθε μέρα προσευχόταν στο Θεό να τον φωτίσει τι να κάμει για να αλλάξουν τα πράγματα.
Μια μέρα στο καφενείο άκουσε μια ιστορία που έλεγε ένας γέρος, και σαν φώτιση από το Θεό του ήρθε μια ιδέα. Κάλεσε το γιο του και του εκμυστηρεύτηκε ένα μεγάλο μυστικό.
-Γιε μου, του λέει,
θα σου πω ένα κρυφό που ξέρω αλλά καθώς γέρασα και θέλω βοήθεια, θα το συνεταιριστώ μαζί σου. Κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου πολέμου, ένα πειρατικό πλοίο περνώντας από τα βάθη της θάλασσας της Χλώρακας, παρασύρθηκε από σφοδρή θαλασσοταραχή και τσακίστηκε στα θεόρατα βράχια της θάλασσας της περιοχής ΠΗΛΟΣ. Ο παππούς σου έσπευσε πρώτος, και βρήκε ξεβρασμένο και σφηνωμένο μέσα σε σχισμές βράχων ένα σεντούκι χρυσάφι. Το πήρε και το έχωσε μέσα σε ένα λάκκο που έσκαψε στο χώμα λίγο πιο πέρα από τη θάλασσα για να το μεταφέρει αργότερα στο σπίτι χωρίς να τον δει άλλο ανθρώπινο μάτι. Όμως, δυστυχώς αρρώστησε βαριά και δεν πρόλαβε να το κάμει. Πεθαίνοντας από την αρρώστια του, μου εκμυστηρεύτηκε το μυστικό του, και μου ορμήνεψε να πάρω το θησαυρό. Δυστυχώς όσο κι αν έσκαψα όμως, δεν μπόρεσα να τον βρω. Γι αυτό σε καλώ να σκάψουμε, και να βρούμε το χρυσάφι.
Αμέσως ο τεμπέλης γιος κυριευμένος από απληστία, ολημερίς και μέχρι να σκοτεινιάζει, έσκαφτε τη γη δίπλα στη θάλασσα για να βρει το θησαυρό.
Ποτέ δεν ανακάλυψε το χρυσό, όμως βρήκε ένα άλλο θησαυρό. Η γη φρεσκοσκαμμένη, βλαστούσε και γεννούσε γεωργικά προϊόντα που τα πουλούσαν στην αγορά και έπαιρναν πολλά χρήματα.
Η ιστορία είναι πραγματική και μου την είπε ο Κυριάκος Μαυρονικόλας που σήμερα είναι 84 ετών και είναι εγγονός του πρώτου, και υιός του δεύτερου των πρωταγωνιστών της ιστορίας.


ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗΣ